Το μόνο πρόβλημα είναι η διαδρομή μέχρι εκεί. Βλέπετε το χωριό είναι 5-6 ώρες δρόμο και δεν μπορεί να έρθει πιο κοντά. Περνώντας τα χρόνια και μεγαλώνοντας τα παιδιά η διαδρομή εμπλουτίζεται με όλο και μεγαλύτερα επεισόδια, που με κάνουν κάθε φορά να αναθεωρώ την εκτίμησή μου, μέχρι που μπορούν να φτάσουν τα όρια της υπομονής μου.
Ο ακοίμητος. Επειδή η διαδρομή είναι μεγάλη, για να αποφύγω την κυκλοφορία στην Εθνική, επιλέγω πάντα να ξεκινώ πολύ νωρίς το πρωί. Φυσικά και πρέπει να ξυπνήσω τα παιδιά (έχοντας φορτώσει το αυτοκίνητο).
Όμως όσο και να το προσπαθώ αυτό είναι αδύνατον μιας και λόγω της υπερέντασης και της αδημονίας για την μετακίνησή τους στο χωριό, έχουν ξενυχτήσει. Με τα πολλά μπαίνουν στο αυτοκίνητο και αφού ΔΕΘΟΥΝ με ζώνες ασφαλείας ξεκινάμε. Στα πρώτα 10 λεπτά όλα είναι ονειρικά, συνταξιδεύουμε με τον Ύπνο και την ηρεμία. Μετά όμως κοιτάζοντας τον καθρέφτη ανακαλύπτω 2 ζευγάρια μάτια ορθάνοιχτα να με κοιτάζουν. Τότε ξέρω ότι η περιπέτεια έχει ξεκινήσει. Μάταια όλες μου οι ελπίδες ότι η διαδρομή στο πίσω κάθισμα θα φέρει νύστα. Τα μάτια παραμένουν ορθάνοιχτα και η ένταση διαρκώς κλιμακώνεται.
Οι παλιές κακές* μέρες που ο μπάρμπα Μπρίλιος, το Τράμ και ο μπάρμπα Γιάννης με τις στάμνες έφερναν την ειρήνη και τον ύπνο στο αυτοκίνητο έχουν περάσει. Τώρα έχουν έρθει οι χειρότερες μέρες, όπου η διαφορετικότητα στην μουσική μετατρέπουν το πίσω κάθισμα σε battle of the groups. Οι ροκιές του γιου μάχονται τα ελληνάδικα της κόρης και οι διαρκείς εκκλήσεις – απαιτήσεις «άλλαξέ το, τι ακούμε;» «Αηδία» «σίχαμα» κλπ πάνε και έρχονται. Μοιραία νικητής η σιωπή που όμως μόνο θετική επίδραση δεν έχει στα ταλαιπωρημένα μου βλέφαρα. Άλλοι προσπαθούν να κοιμηθούν και άλλος το παλεύει να μείνει ξύπνιος.
Στάση για καφέ. Λογικό είναι να σταματήσω κάπου στην διαδρομή για να πιώ ένα καφέ, να με χτυπήσει λίγο ο καθαρός ο αέρας, να πάω μία τουαλέτα μαζί με τα παιδιά. Το κακό όμως παραμονεύει εκεί, συνήθως κολλητά με την είσοδο. Αυτά τα παιγνίδια με τους γάντζους και τα κουκλάκια, τα άλλα με τις τεράστιες οθόνες και τις πίστες αγώνων, τα άλλα με τα δολοφονικά ομοιώματα όπλων που εξοντώνουν από μισθοφόρους έως και αιμοδιψή ζόμπι, όλα όσα σαν τελικό στόχο έχουν να σου ρουφήξουν κάθε νόμισμα που κρύβεται στην τσέπη σου.
Η διαπραγμάτευση είναι σκληρή και τελικά αναπόφευκτα καταλήγω να παίξω το ρόλο του άσπλαχνου πατέρα που παρατάει τα παιδιά του μόνα τους (με τα μάτια καρφωμένα πάνω τους) δίπλα στα παιγνίδια και «πηγαίνει να κάνει το κέφι του», «να πιει τον καφέ του», «να περάσει καλά αυτός» κλπ κλπ.
Με τις τύψεις να έχουν χτυπήσει το κόκκινο πάντα, αποφασίζω να κεράσω τα μικρά μου κάτι, ένα μικρό κέικ, μία τυρόπιτα, τα οποία και φυσικά θα τα αποτελειώσουν μέσα στο αυτοκίνητο πάνω στο καθαρισμένο κάθισμα.
Τα γλυκάκια της μάνας. Φυσικά η χρυσοχέρα μάνα που τα έχει ζήσει όλα αυτά και αυτή και τα ξέρει από πρώτο χέρι, έχει προβλέψει και έχει ετοιμάσει από την προηγουμένη το κάτι τι. Δεν της φτάνει το τρέξιμο με τις βαλίτσες και τα ρούχα, περνάει και από την κουζίνα ετοιμάζοντας μία νοστιμιά, που σχεδόν πάντα θα καταναλωθεί με πολλή όρεξη στην διαδρομή.
Το πρόβλημα είναι ότι κανείς δεν έχει διάθεση να το φάει στο διάλειμμα, στην ανάπαυλα της διαδρομής. Όλοι μα όλοι (και η μάνα μέσα) θα το θυμηθούν στην διάρκεια της διαδρομής. Εκεί που ο δρόμος είναι γεμάτος στροφές. Φυσικά το πιο μεγάλο κομμάτι το τρώει το αυτοκίνητο το ίδιο. Μόνο έτσι εξηγούνται οι απίστευτες ποσότητες από ψίχουλα που ανακαλύπτω στο πάτωμα, στο τέλος της διαδρομής.
Λίγο πριν το τέλος. Πάντα με γοήτευε η ιστορία. Ειδικά οι επικές μάχες που όμως ωχριούν μπροστά στις τιτανομαχίες που γίνονται στο πίσω κάθισμα. Οι αφορμές πολλές, η αιτία όμως μόνο μία. Η ύπαρξη του άλλου στον ίδιο χώρο. Και φυσικά μετά τις φραστικές επιθέσεις και τα επιχειρήματα ξεκινάει η εκατέρωθεν ανταλλαγή κτυπημάτων. Πολλές φορές ένα μόνο χτύπημα φτάνει για να ανοίξουν οι κρουνοί των δακρύων. Η ρουτίνα εκτόνωσης είναι δεδομένη. Στάση για καφέ. - Τα γλυκάκια της μάνας. – Η δυσπεψία του αυτοκινήτου.
Μοναδικός ηττημένος η μανούλα που ξεκινάει από το μπροστινό κάθισμα και καταλήγει στο πίσω, στο ρόλο της πράσινης ζώνης του ΟΗΕ.
Όλα αυτά βέβαια δεν είναι ανάγκη να συμβαίνουν με την ίδια ένταση ή σειρά ή και συχνότητα σε κάθε διαδρομή. Όμως λίγο ή πολύ όλοι οι γονείς έχουμε δει όλο το έργο ή μεμονωμένα αποσπάσματά του. Αυτό που σίγουρα όλοι έχουμε ζήσει είναι το έργο της μοναχικής επιστροφής.
Εκεί που έχοντας αφήσει τα παιδιά στα πρώτα 10 χιλιόμετρα της επιστροφής έχεις κάνει ήδη ένα τηλέφωνο να δεις τι κάνουν. Ακόμα και αν το αποφύγεις, πιάνεις τον εαυτό σου να τρέχει γρήγορα να φτάσει στο σπίτι όχι για να πας στην τουαλέτα αλλά για να πάρεις ένα τηλέφωνο στα παιδιά ακόμα και όταν πραγματικά ΠΡΕΠΕΙ να πας τουαλέτα.
Και αργότερα διαπιστώνεις πόσο πολύ σου λείπουν οι φωνές, οι καβγάδες, το γέλιο...
(*κακές γιατί πόσες φορές μπορείς να ακούσεις τα ίδια και τα ίδια τραγούδια;)